Νοητικές κατασκευές και διαπροσωπικές σχέσεις

Η κατανόηση του τρόπου που σκέφτεται κανείς σχετικά με τις προσωπικές του εμπειρίες στον κόσμο είναι μία σύνθετη διαδικασία. Ίσως να μας ενδιαφέρει περισσότερο το τι σημαίνει μία εμπειρία ή μία σχέση παρά το πώς αυτή πρέπει να είναι. Πρώτος ο George Kelly (1905-1956) διατύπωσε τη θεωρία των Προσωπικών Νοητικών Κατασκευών, μία προσέγγιση σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος μπορεί να δημιουργήσει μία πληθώρα νοημάτων και στη συνέχεια είναι σε θέση να καθρεφτιστεί σε αυτά. Ο ίδιος υποστήριζε ότι μπορούμε να αναγνωρίσουμε την πραγματικότητα μόνο μέσα από το προσωπικό μας σύστημα νοητικών κατασκευών, με άλλα λόγια, δεν υπάρχει αντικειμενική πραγματικότητα παρά μόνο ένας προσωπικός φακός μέσα από τον οποίο βλέπουμε τα γεγονότα που συμβαίνουν γύρω μας, συμπεριλαμβανομένων και των σχέσεών μας.
Επέκταση των ιδεών αυτών προσφέρουν οι θέσεις των μεταμοντέρνων συστημικών θεραπευτών, κύριες θέσεις των οποίων είναι ότι αμφισβητείται ό, τι θεωρείται αυτονόητο και δεδομένο, ότι η πραγματικότητα δεν είναι παρά μία κοινωνική κατασκευή, ότι η έννοια της απόλυτης αλήθειας απορρίπτεται και ότι νους, συναίσθημα και εαυτός επαναπροσδιορίζονται ως κοινωνικές κατασκευές που συνδέονται με το πλαίσιο. Έτσι, οι μεταμοντέρνοι θεραπευτές μαθαίνουν να δέχονται κάθε αφήγηση χωρίς καμία επίκριση.
Πράγματι, οι διηγήσεις ή οι ιστορίες που έχουμε για τον εαυτό μας και που δίνουμε στους τρίτους ως ερμηνείες, εμφανίζονται σαν ένα σύνολο από νοητικά κατασκευάσματα που αλληλεπιδρούν και αλληλεξαρτώνται. Η βασική πηγή στην οποία αποδίδονται οι κρίσεις στις σχέσεις μας είναι η αδυναμία να κατανοήσουμε ή ακόμα και η προσπάθεια να διαψεύσουμε και αμφισβητήσουμε τις νοητικές κατασκευές του άλλου.
Θεωρούμε ότι οι σχέσεις αποτελούνται από δύο ή περισσότερα άτομα, δυνάμει αυτόνομα και σκεπτόμενα, τα οποία προσπαθούν να κατανοήσουν το ένα το άλλο και να προβλέψουν αμοιβαία όχι μόνο τις ενέργειές τους αλλά και τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους, στη βάση του ότι οι άνθρωποι μοιάζουν με επιστήμονες , υπό την έννοια ότι επιθυμούν να προβλέπουν τα γεγονότα που συμβαίνουν στον κόσμο. Μία σχέση μπορεί να θεωρηθεί ως ένα σύνολο ιδεών ή πεποιθήσεων – ένα σύστημα νοημάτων. Τα μέλη μίας σχέσης αναπτύσσουν ένα σύνολο νοητικών κατασκευών για το πώς αντιλαμβάνονται τα γεγονότα, τα άτομα, τον εαυτό τους και εδραιώνουν κάποιο είδος συμφωνίας για τον τρόπο με τον οποίο νοηματοδοτούν τη μεταξύ τους σχέση.
Το θεωρητικό αυτό κομμάτι μεταφράζεται πρακτικά στο ότι σαν ειδικοί Ψυχικής Υγείας όταν κάποιος έρχεται στο γραφείο μας δε μας ενδιαφέρει να ανακαλύψουμε αν η σχέση που μας περιγράφει το ζευγάρι είναι πράγματι «ισορροπημένη» ή «συγκρουσιακή» , ούτε μας ενδιαφέρει να ανακαλύψουμε αν ο/η σύζυγος είναι «άπιστος/η». Αυτό ξεφεύγει από τα όρια του δικού μας επαγγελματικού ρόλου. Αυτό που εμείς ακούμε είναι ότι πώς το άτομο που έχουμε απέναντί μας αντιλαμβάνεται τη σχέση ή πώς περιγράφει το σύζυγο, ακούμε δηλαδή τη νοητική κατασκευή του ατόμου, τη δική του υποκειμενική περιγραφή της πραγματικότητας.
Το ίδιο ισχύει και μεταξύ των συντρόφων. Αν η σύζυγός μου παραπονιέται ότι την παραμελώ, ακόμα κι αν αυτό δεν είναι αλήθεια –τουλάχιστον έτσι όπως εγώ το αντιλαμβάνομαι- οφείλω να «ακούσω» αυτό που μου λέει, το δικό της προσωπικό βίωμα και τη δική της νοητική κατασκευή πάνω στο γεγονός. Εάν υπάρχει πλήρης διαφωνία ως προς αυτές τις νοητικές κατασκευές, η σχέση είναι πιθανό να αναλωθεί σε ατελείωτους καβγάδες, σε αδράνεια ή ακόμα και να διαλυθεί. Αυτό που μπορεί να «σώσει» το ζευγάρι από την άβολη αυτή κατάσταση είναι η συνεχής διαπραγμάτευση, καθώς νέες επιλογές φαίνεται να είναι διαθέσιμες ανά πάσα ώρα και στιγμή μέσα στη σχέση. Οπότε ακόμα κι αν τα μέλη της σχέσης διαφωνούν ως προς τις επιλογές που πρέπει να κάνουν μπορούν να συμφωνήσουν ως προς το ποιες επιλογές ανοίγονται μπροστά τους.

Κονιδάκη Ελπίδα- Ψυχολόγος
InterNus – Κέντρο Συμβ/κής & Ψυχ/πείας