Μιλώντας στα παιδιά για τον θάνατο

Μια από τις πιο δύσκολες καταστάσεις που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε ως γονείς είναι η πληροφόρηση του παιδιού μας για τον θάνατο ενός αγαπημένου ή οικείου προσώπου (όπως π.χ. ο θάνατος του παππού). Οι περισσότεροι γονείς αναρωτιούνται για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να μιλήσουν στα παιδιά για το θάνατο, τι να πουν και τι να μην πουν, ποιες είναι οι πιο σωστές λέξεις και γενικότερα ποια μορφή συζήτησης να ακολουθήσουν καθότι ανησυχούν μήπως φοβίσουν τα παιδιά μιλώντας τους για το θάνατο ή μήπως διαταράξουν τον συναισθηματικό τους κόσμο και τους προκαλέσουν εφιάλτες. Η αλήθεια όμως είναι ότι ήδη τα παιδιά γνωρίζουν περισσότερα για το θάνατο από όσα νομίζουν οι γονείς καθώς έρχονται σε επαφή μαζί του από πολύ νωρίς στην παιδική τους ηλικία μέσα από την καθημερινότητά τους (για παράδειγμα μέσα από τα παραμύθια, τα κινούμενα σχέδια, ειδήσεις κ.α.).
Το ερώτημα όμως που τίθεται εδώ είναι τι γνωρίζουν ακριβώς τα παιδιά για το θάνατο;
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα παιδιά κατανοούν και ερμηνεύουν το θάνατο με το δικό τους μοναδικό τρόπο ο οποίος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκονται. Έτσι λοιπόν τα παιδιά μέχρι 5 ετών αντιλαμβάνονται το θάνατο ως ένα αναστρέψιμο και προσωρινό γεγονός. Πιστεύουν ότι αυτός που πέθανε κάποια στιγμή θα επιστρέψει και ότι εκεί που βρίσκεται μπορεί να σκέφτεται, να αισθάνεται κ.τ.λ. Ανάμεσα στην ηλικία των 5 με 9 ετών τα παιδιά αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τη μονιμότητα και το αναπόφευκτο του θανάτου. Παρόλα αυτά η ιδέα του θανάτου τείνει να προσωποποιείται. Πιστεύουν ότι είναι κάτι που δεν αφορά τους ίδιους. Μετά την ηλικία των 9 με 10 ετών αρχίζουν να αντιλαμβάνονται ότι ο θάνατος είναι κάτι που αφορά και τους ίδιους αλλά και τους οικείους τους και ότι είναι τελικά ένα γεγονός μη αναστρέψιμο και ότι συνεπάγεται παράλληλα την παύση όλων των λειτουργιών του σώματος.
Πως μπορούμε όμως τελικά ως ενήλικες αλλά και ως γονείς να έρθουμε πιο κοντά στο παιδί που βιώνει την απώλεια και πενθεί και με ποιο τρόπο μπορούμε να είμαστε πιο υποστηρικτικοί και να το βοηθήσουμε σε αυτή τη δύσκολη στιγμή;
Το πρώτο που μπορεί να προσφέρει ο γονέας στο παιδί που πενθεί είναι να το ενημερώσει με σαφήνεια και ειλικρίνεια για το θάνατο. Το λεξιλόγιο που θα επιλέξει να χρησιμοποιήσει πρέπει να είναι απλό και ο τρόπος που θα μιλήσει πρέπει να είναι σαφής και κυριολεκτικός. Προτείνεται να αποφεύγονται εκφράσεις όπως «έφυγε» ή «χάθηκε» προκειμένου να αποφευχθούν οι παρερμηνείες από τα παιδιά. Για να επιτύχει ο γονέας μια καλή και εποικοδομητική επικοινωνία με το παιδί, μπορεί να αρχίσει μιλώντας για αυτά που γνωρίζει και για αυτά που θέλει να μάθει το παιδί, συνυπολογίζοντας πάντα το αναπτυξιακό του στάδιο προκειμένου να μπορεί να καταλάβει και να κατανοήσει το περιεχόμενο της συζήτησης. Σε κάθε περίπτωση, κάθε άλλο παρά βοηθητική μπορεί να αποβεί η απόκρυψη του γεγονότος ή η παροχή ψεύτικων πληροφοριών καθώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται ότι κάτι κακό έχει συμβεί μέσα από τις δικές μας αντιδράσεις και από τις αλλαγές στη συναισθηματική μας κατάσταση και στη συμπεριφορά μας. Έτσι είναι πιθανό να παρερμηνεύσουν την κατάσταση και να δώσουν τις δικές τους εσφαλμένες εκτιμήσεις. Έρευνες έχουν δείξει πως τα παιδιά που ενημερώνονται για το θάνατο, με τον κατάλληλο τρόπο πάντα, έχουν καλύτερη προσαρμογή και ωριμάζουν κοινωνικά πολύ περισσότερο από τα παιδιά στα οποία έχει αποκρυφτεί ο θάνατος.
Έπειτα θεωρείται σημαντικό για ένα παιδί να αναγνωρίσει, να κατονομάσει και να κατανοήσει τα έντονα και ποικίλα συναισθήματα που βιώνει εξαιτίας της απώλειας. Όπως για παράδειγμα, το συναίσθημα της θλίψης, της οργής, της απόγνωσης κ.α. Αρκετά βοηθητικό, προκειμένου το παιδί να αναγνωρίσει αυτό που συμβαίνει μέσα του και να αρχίσει να το ερμηνεύει ως κάτι φυσιολογικό, είναι ο γονέας να μιλήσει και για τα δικά του συναισθήματα λέγοντας λ.χ. «κι εγώ είμαι λυπημένος και στενοχωρημένος. Εσύ πως αισθάνεσαι;».
Είναι επίσης σημαντικό οι γονείς να κατανοήσουν την ανάγκη και να ενισχύσουν την προσπάθεια των παιδιών να θυμούνται το άτομο που πέθανε με διάφορους τρόπους, όπως για παράδειγμα μέσα από ζωγραφιές ή ένα γράμμα για τον θανόντα, συνέχιση μιας αγαπημένης δραστηριότητα του θανόντα, συζήτηση και αφήγηση ιστοριών κ.α.
Απαραίτητο δε, θεωρείται να καθησυχάσουν το παιδί και να του δείξουν ότι ο θάνατος ενός κοντινού ανθρώπου δε σημαίνει το τέλος κάθε ευτυχίας και ότι θα συνεχίσει να έχει δίπλα του ανθρώπους που θα το αγαπούν και θα το φροντίζουν. Στόχος του γονέα είναι να μάθει στο παιδί ότι στη ζωή χωρούν μαζί χαρούμενες και λυπηρές στιγμές και σκοπός είναι να τις αποδεχόμαστε όλες.
Τι πρέπει να γνωρίζουν οι γονείς όταν καλούνται να απαντήσουν στις απορίες των παιδιών;
Ο Charles A. Corr (ο οποίος έχει ασχοληθεί αρκετά με το θάνατο και το πένθος που βιώνουν τα παιδιά και οι έφηβοι) προτείνει ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές για το πώς μιλούμε και απαντούμε στις ερωτήσεις των παιδιών που βιώνουν το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου.

•Δεν είναι σημαντικό να αναζητούμε σωστές απαντήσεις στα ερωτήματα των παιδιών για το θάνατο όσο είναι σημαντική η σχέση που δημιουργούμε μαζί τους.
•Να είμαστε παρατηρητικοί στους μη λεκτικούς και στους συμβολικούς τρόπους επικοινωνίας που χρησιμοποιεί το παιδί, για να μεταφέρει αυτό που νιώθει. Μέσα από τις ζωγραφιές, το παιχνίδι, τη συμπεριφορά του «μιλάει» και εκφράζει όσα δεν ξέρει να πει.
•Να έχουμε ιδιαίτερη υπομονή. Μπορεί να επαναλαμβάνουν το ίδιο ερώτημα σε διαφορετικές στιγμές και με διαφορετικούς τρόπους και, συχνά όταν δεν είμαστε διαθέσιμοι.
•Να είμαστε ειλικρινείς και να λέμε την αλήθεια. Το να λέμε την αλήθεια όμως δε σημαίνει ότι πρέπει να λέμε στο κάθε παιδί όλα όσα ξέρουμε. Να είναι κανείς ειλικρινής με ένα παιδί σημαίνει να του λέει αυτά που εκείνο ζητάει να μάθει εκείνη τη δεδομένη στιγμή, και πάντα προσαρμοσμένα στην ηλικία και στο επίπεδο εξέλιξής του.
•Οι απαντήσεις που δίνουμε στα παιδιά πρέπει να είναι προσαρμοσμένες στις ανάγκες του κάθε παιδιού. Δεν υπάρχουν τυποποιημένες απαντήσεις γύρω από ερωτήσεις όπως: γιατί πέθανε ο παππούς; Τι είναι κηδεία;. Όταν απαντούμε σε ένα παιδί το θέμα δεν είναι να βρούμε καλές απαντήσεις που να ικανοποιούν εμάς αλλά απαντήσεις που να καλύπτουν την ανάγκη του παιδιού να κατανοήσει καλύτερα αυτό που συμβαίνει.
•Να μοιραστούμε με τα παιδιά τις γνώσεις μας, τις εμπειρίες μας, τα συναισθήματά μας αλλά και τις αδυναμίες μας.
•Τέλος, μπροστά σε παιδιά που αισθάνονται ότι γύρω τους χάνεται ο κόσμος, είναι πολύτιμο να είμαστε εκεί, κοντά τους, υποστηρικτικοί και, όσο περισσότερο γίνεται, διαθέσιμοι.

ΜΗΤΡΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ – ΨΥΧΟΛΟΓΟΣ
InterNus – ΚΕΝΤΡΟ ΣΥΜΒ/ΚΗΣ & ΨΥΧ/ΠΕΙΑΣ