Πως αναπτύσσεται μια Ναρκισσιστική Προσωπικότητα;

Η Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας χαρακτηρίζεται από ένα διάχυτο μοτίβο μεγαλείου (στην φαντασία ή στη συμπεριφορά), την ανάγκη για θαυμασμό και την έλλειψη ενσυναίσθησης. Προκειμένου να διαγνωστεί ναρκισσιστική διαταραχή σε ένα άτομο, χρειάζεται να ισχύουν τουλάχιστον πέντε από τα εξής κριτήρια:
• Έχει μια μεγαλειώδη αίσθηση για τη σημαντικότητα του εαυτού του (π.χ., υπερβάλλει τα επιτεύγματα και τα ταλέντα του, προσδοκά να αναγνωρίζεται ως ανώτερος χωρίς ανάλογα επιτεύγματα).
• Είναι απασχολημένος με φαντασιώσεις απεριόριστης επιτυχίας, δύναμης, λάμψης, ομορφιάς, ή ιδανικής αγάπης.
• Πιστεύει ότι είναι «ιδιαίτερος» και μοναδικός και μπορεί να τον καταλάβουν ή να σχετιστεί μόνο με άλλα «ιδιαίτερα» ή υψηλού επιπέδου άτομα ή φορείς.
• Απαιτεί υπερβολικό θαυμασμό.
• Έχει παράλογες απαιτήσεις για ιδιαίτερα ευνοϊκή μεταχείριση ή αυτόματη συμμόρφωση με τις προσδοκίες του.
• Εκμεταλλεύεται τους άλλους για να επιτύχει τους δικούς του σκοπούς.
• Του λείπει η ενσυναίσθηση: είναι απρόθυμος να αναγνωρίσει ή να ταυτοποιήσει τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων.
• Συχνά ζηλεύει τους άλλους ή πιστεύει ότι οι άλλοι τον ζηλεύουν.
• Δείχνει αλαζονικός, με υπεροπτική συμπεριφορά ή στάση.

Η ανάπτυξη του υγιούς ή μη ναρκισσισμού είναι κάτι που εγκαθιδρύεται στην παιδική ηλικία και εξαρτάται από την σχέση του παιδιού με τους γονείς- φροντιστές του. Εάν λοιπόν ένα παιδί δεν καταφέρει να αναπτύξει έναν υγιή ναρκισσισμό, αναπόφευκτα θα καταφύγει στον παθολογικό/καταστροφικό ναρκισσισμό.
Όλες οι κοινωνικά μη αποδεκτές συμπεριφορές ενός ναρκισσιστή μπορούν να θεωρηθούν ακατάλληλοι τρόποι ικανοποίησης των πυρηνικών αναγκών για αγάπη, στοργή, άνευ όρων αποδοχή, συναισθηματική αντιστοίχιση και κατανόηση που ματαιώθηκαν από τους φροντιστές στην παιδική ηλικία. Η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας δημιουργείται από μια έντονα τραυματική εμπειρία ή μια σειρά έντονων τραυματικών εμπειριών που αφορούν κυρίως τη σχέση προσκόλλησης/ αποχωρισμού από τους γονείς.
Η ανάπτυξη του βρέφους, εκκινεί από μια ναρκισσιστική κατάσταση: το βρέφος νιώθει ότι αποτελεί το επίκεντρο του κόσμου και είναι απορροφημένο από τον εαυτό του. Αυτό αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο ανάπτυξης. Στη συνέχεια της εξέλιξης το βρέφος αρχίζει να αλληλεπιδρά με τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του, να δημιουργεί σχέσεις και να νιώθει ότι αποτελεί μια αυθύπαρκτη οντότητα. Εάν όμως σε αυτό το στάδιο δεν συναντήσει ανταπόκριση από το περιβάλλον του, αν, για παράδειγμα, οι γονείς του είναι απόντες (φυσικά ή συναισθηματικά), ή είναι οι ίδιοι δέσμιοι των ναρκισσιστικών τους αναγκών, το βρέφος δεν μπορεί να εξελιχθεί, να αγαπήσει, και παραμένει προσκολλημένο στον εαυτό του, σαν τον Νάρκισσο, να αγαπά και να θαυμάζει μόνο τον εαυτό του. Με άλλα λόγια, η ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας δημιουργείται από μια έντονα τραυματική εμπειρία ή μια σειρά έντονων τραυματικών εμπειριών που αφορούν κυρίως τη σχέση προσκόλλησης/ αποχωρισμού από τους γονείς και αυτό αποτελεί και το πιο χαρακτηριστικό πρόβλημα ενός ατόμου με ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας: η δυσκολία να δεθεί συναισθηματικά και να εμπιστευθεί τους άλλους ανθρώπους. Το τραύμα που έχει βιωθεί ήταν τόσο έντονο και ο πόνος τόσο ισχυρός που το άτομο για να τον αντέξει και να επιβιώσει άρχισε να δημιουργεί μια ψευδή εικόνα εαυτού με σκοπό να προστατευτεί από τον εξωτερικό κόσμο. Η πεποίθηση όμως ότι οι άλλοι άνθρωποι είναι κακοί και ότι δεν αξίζουν την εμπιστοσύνη του έχει παραμείνει και επηρεάζει κάθε διάσταση της συμπεριφοράς του. Πολλά ναρκισσιστικά άτομα μάλιστα αναπτύσσουν την ικανότητα να εναλλάσσουν μια ποικιλία ρόλων και «ταυτοτήτων» ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκονται. Συχνά, όμως, νιώθουν ότι δεν μπορούν να συσχετίσουν και να κατανοήσουν τις διαφορετικές πλευρές του εαυτού τους και νιώθουν φόβο αποξένωσης αλλά και αποκάλυψης της πραγματικής τους εικόνας.
Οι παρακάτω παράγοντες χαρακτηρίζουν το περιβάλλον της παιδικής ηλικίας των ανθρώπων με ναρκισσιστική προσωπικότητα:
Ιδιαίτερα στοιχεία της συμπεριφοράς των γονιών προς τα παιδιά παίζουν σημαντικό ρόλο, όπως, για παράδειγμα, η έντονη επιβράβευση και ο θαυμασμός για καλές συμπεριφορές καθώς και η έντονη κριτική για κακές συμπεριφορές κατά την παιδική ηλικία. Επίσης, ο υπέρμετρος θαυμασμός που δεν εξισορροπείται ποτέ από μια ανατροφοδότηση σε μια ρεαλιστική βάση. Τέλος, γονείς με ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας επιζητούν συγκεκριμένες συμπεριφορές από τα παιδιά τους καθώς νιώθουν ότι τα παιδιά αποτελούν προεκτάσεις του εαυτού τους και ότι πρέπει να τους εκπροσωπούν με τρόπους που καλύπτουν και ανταποκρίνονται στις δικές τους συναισθηματικές ανάγκες. Έτσι, συχνά, καταλήγουν να δημιουργούν σχέσεις αποξένωσης με τα παιδιά τους στις οποίες υποθάλπουν συναισθήματα πικρίας και αυτοκαταστροφής.
1. Μοναξιά και απομόνωση
Αν θέλαμε εν συντομία να περιγράψουμε την τυπική παιδική ηλικία (η οποία δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις απόλυτα αντιπροσωπευτική αυτής της περιγραφής) των ανθρώπων που αναπτύσσουν ναρκισσιστική προσωπικότητα, θα λέγαμε ότι οι περισσότεροι υπέφεραν από σημαντική συναισθηματική στέρηση. Η μητέρα ίσως να τους έδινε αρκετή προσοχή, αλλά υπήρχε έλλειψη ενσυναίσθησης και συναισθηματικού συντονισμού από την πλευρά της. Το παιδί λοιπόν μπορεί να αναρωτιόταν συχνά αν το αγαπά με συνέπεια να βίωνε απουσία αυθεντικής αποδοχής και συναισθηματικής προσκόλλησης.
2. Γονείς με Ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας
Προκειμένου να κρατά το παιδί ευθυγραμμισμένο με τις δικές της επιθυμίες και ανάγκες, μπορεί να γινόταν συχνά χειριστική και ελεγκτική χρησιμοποιώντας ως μέσο την υπερ-φροντίδα. Μέσα από την παροχή «ειδικής» μεταχείρισης και προνομίων στο παιδί, το έκανε να αισθάνεται ξεχωριστό και ιδιαίτερο, μόνο όταν η ίδια έβλεπε την «τέλεια» αντανάκλαση του εαυτού της σε αυτό.
3. Δίπολο υπέρμετρου θαυμασμού – απόρριψης
Από την άλλη μεριά, ο πατέρας, τις περισσότερες φορές, βρισκόταν στο άλλο άκρο. Μπορεί να ήταν απών, παθητικός, απόμακρος, απορριπτικός ή βάναυσος. Έτσι, το παιδί λάμβανε δύο εντελώς αντίθετα μηνύματα από τους γονείς του. Ο ένας «φούσκωνε» υπό όρους την αξία του, ενώ ο άλλος το αγνοούσε και αδιαφορούσε γι’ αυτό.
4. Εκμετάλλευση και χειραγώγηση από τους πρώτους φροντιστές
Αν υποθέσουμε ότι η οικογένεια ήταν χωρισμένη, η μητέρα μπορεί να χρησιμοποιούσε το παιδί ως υποκατάστατο συζύγου και εκείνο να ανταποκρινόταν ασυνείδητα σε αυτόν τον ρόλο εκπληρώνοντας τις ακάλυπτες ανάγκες του για επαφή και ανακουφίζοντας ταυτόχρονα την μητέρα από τα δικά της συναισθήματα ανεπάρκειας. Αυτό είχε ως συνέπεια να μπερδεύεται το παιδί ως προς την σχέση που είχε με την μητέρα, να καθυστερεί η ψυχο-σεξουαλική του ανάπτυξη και εν τέλει να ματαιώνεται επαναλαμβανόμενα μη δυνάμενο να ανταποκριθεί επαρκώς στον ρόλο του υποκατάστατου συζύγου.
6. Υπό όρους επιδοκιμασία
Πολλά άτομα με ναρκισσιστική προσωπικότητα ήταν χαρισματικά παιδιά. Διακρίνονταν για την ωριμότητά τους, την ευφυία τους, την ομορφιά τους – ίσως να είχαν έφεση στον αθλητισμό ή να ήταν καλλιτεχνικές φύσεις. Τυπικά, ένας ή και οι δύο γονείς, τους πίεζαν να κερδίζουν φιλοφρονήσεις μέσα από αυτό το ταλέντο. Όταν ξεχώριζαν με τα επιτεύγματά τους ή τα ταλέντα τους με τρόπο που αντανακλούσε θετικά στον γονέα, τότε έπαιρναν όλο τον θαυμασμό, το ενδιαφέρον και την προσοχή. Διαφορετικά, τους αγνοούσαν ή τους υποτιμούσαν.
Ένιωθαν λοιπόν μια συνεχή αγωνία να συνεχίσουν να επιδεικνύουν τα χαρίσματά τους για να λάβουν την επιδοκιμασία του γονέα, επειδή φοβόντουσαν ότι αν σταματούσαν, ο γονέας θα απέσυρε όλη τη στοργή και το ενδιαφέρον του. Συνεπώς, πάλευαν διαρκώς με μια εσωτερική σύγκρουση που τους δημιουργούσε περίπλοκα συναισθήματα που δεν μπορούσαν να επεξεργαστούν – από την μία να νιώθουν ξεχωριστά παιδιά όταν επιδεικνύουν τα χαρίσματά τους και από την άλλη να νιώθουν ανάξια όταν δεν έκαναν κάτι αξιοσημείωτο.
7. Κοινωνική Απόρριψη από συνομήλικους
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι μια άλλη πηγή του παθολογικού ναρκισσισμού στην παιδική ηλικία, είναι η κοινωνική απόρριψη και η αποξένωση από τους συνομήλικους. Κάποιοι άνθρωποι, ως παιδιά, μπορεί να έπαιρναν αυθεντική αγάπη και προσοχή από το σπίτι τους, αλλά να απορρίπτονταν συστηματικά από άλλα άτομα εκτός οικογένειας, να αισθάνονταν με αρνητικά σημαντικό τρόπο διαφορετικοί από τους άλλους (λ.χ. λιγότερο ελκυστικοί, δημοφιλείς, κτλ) ή να μην είχαν έφεση σε δραστηριότητες που ήταν αποδεκτές από τους συνομήλικους. Αυτά τα άτομα αναπτύσσουν συνήθως ένα συγκεκαλλυμένο ναρκισσισμό και φαίνονται μετριοπαθείς ακόμα και ευχάριστοι στους άλλους.

Πίσω από τον ναρκισσισμό λοιπόν ο οποίος μπορεί να εκδηλώνεται με χειραγώγηση, υποτίμηση, και εκμετάλλευση των άλλων, υπάρχει ένα ευάλωτο, μοναχικό και παραμελημένο παιδί.

Μαράκη Μαρία
Ψυχολόγος- Ψυχοθεραπεύτρια