Μία συστημική προσέγγιση της κατάθλιψης

Στο συστημικό μοντέλο, τα καταθλιπτικά συμπτώματα του αναφερόμενου ασθενή γίνονται αντιληπτά με αλληλεπιδραστικούς όρους που βασίζονται στο ευρύ φάσμα των μοντέλων της  οικογενειακής θεραπείας. Ο αναφερόμενος ασθενής αντιμετωπίζεται σαν να είναι μέρος ποικίλων διαφορετικών πλαισίων και οι ποικίλες συμπεριφορές, συμπεριλαμβανομένων και των συμπτωμάτων, αντιμετωπίζονται σαν να είναι συνδεδεμένες με αυτά τα πλαίσια, τα οποία μπορεί να περιλαμβάνουν πρότυπα στις εδώ και τώρα σχέσεις, και από τις πατρικές οικογένειες και από άλλα πλαίσια όπως τον κόσμο της εργασίας, της κοινωνίας και της κουλτούρας. Οι στενές σχέσεις θεωρούνται ότι  επηρεάζουν και επηρεάζονται από τον αναφερόμενο ασθενή και από τα συμπτώματα. Οι απαντήσεις των μελών της οικογένειας στον αναφερόμενο ασθενή ίσως έτσι θεωρηθούν ότι βοηθούν ή συμβάλλουν στο να διατηρηθούν οι δυσκολίες και τα συμπτώματα του αναφερόμενου ασθενή.

Ενώ υπάρχει χώρος σ’ αυτό το μοντέλο για να προσαρμόσει άλλους ενδεχομένως αιτιολογικούς ή εκλυτικούς παράγοντες που έχουν να κάνουν με ατομικά χαρακτηριστικά και εμπειρίες του αναφερόμενου ασθενή, παρόλα αυτά, η συστημική θεώρηση υποστηρίζει ότι οι παροντικές καταθλιπτικές συμπεριφορές διατηρούνται πρωτίστως από τα ποικίλα πλαίσια των οποίων ο αναφερόμενος ασθενής είναι μέρος – προ πάντων, της οικογένειας και του επαγγελματικού υποστηρικτικού συστήματος – και ότι μια επικέντρωση σ’ αυτά μπορεί να προσφέρει τον πιο κοντινό δρόμο στην διάλυση των δυσκολιών του αναφερόμενου ασθενή.

Πλαισιωμένη αλληλεπιδραστικά, η κατάθλιψη θα μπορούσε να εξηγηθεί ότι αναπτύσσεται με τον ακόλουθο τρόπο: προκύπτει ένα γεγονός (αρρώστια, ανεργία, γέννηση παιδιού, μετάβαση σε επόμενο στάδιο εξέλιξης κλπ) που αναγκάζει το άτομο να προσαρμοστεί. Ενδοψυχικοί και/ή ενδοπροσωπικοί παράγοντες (μαθημένοι τρόποι προσαρμογής, οικογενειακά πρότυπα και κανόνες), καθιστούν ικανά μερικά άτομα να αντιμετωπίσουν τέτοιες απαιτήσεις καλύτερα από άλλα. Εκείνοι που είναι λιγότερο ικανοί να προσαρμοστούν ίσως αρχίσουν να εκδηλώνουν καταθλιπτικά συμπτώματα ή συμπεριφορές.

Η συστημική θεραπεία ζευγαριών αποσκοπεί στο να βοηθήσει τον αναφερόμενο ασθενή και τον/την σύντροφό του/της να δουν νέες προοπτικές του παρουσιαζόμενου προβλήματος, να προσδώσουν διαφορετικά νοήματα στις καταθλιπτικές συμπεριφορές ή να πειραματιστούν με νέους τρόπους σχέσης μεταξύ τους. Θεωρείται ότι αν ένα ζευγάρι αλλάξει την αλληλεπίδρασή του, το σύμπτωμα μπορεί να αλλάξει. Αυτή η αλλαγή μπορεί να προκληθεί από αλλαγές στο επίπεδο του νοήματος ή της συμπεριφοράς, αφού αυτά (το νόημα και η συμπεριφορά) υποτίθεται ότι είναι ανακλαστικοί βρόγχοι μεταξύ τους, και η αλλαγή στον ένα θα προκαλέσει αλλαγή στον άλλο .

 

Συνοπτικά η κατάθλιψη θα μπορούσε να έχει ένα νόημα μέσα στο πλαίσιο της οικογένειας στο οποίο εμφανίζεται στο επίπεδο:

  • της επικοινωνίας (π.χ. σαν ένα μήνυμα στον σύντροφο ότι αυτός ή αυτή πρέπει να εμπλέκεται περισσότερο)
  • της μεταφοράς για γεγονότα της οικογένειας (π.χ. κρατώντας ζωντανή τη μνήμη ενός πεθαμένου μέλους της οικογένειας)
  • του διατήρησης του συστήματος (π.χ. να αποτρέψει τον σύντροφο ή τα παιδιά από το να φύγουν από το σπίτι)
  • της θέσης στο σύστημα (π.χ. η σχέση με τον σύντροφο γύρω από την κατάθλιψη θα διατηρήσει και θα επιβεβαιώσει προηγούμενα σχεσιακά πρότυπα)

 

Πολύ συχνά στην κλινική πρακτική συναντάμε ζευγάρια και οικογένειες όπου η κατάθλιψη διατηρείται καθώς ίσως αποτελεί:

  • «διάλειμμα από την συνηθισμένη ζωή»
  • «κόλλα» για τη σχέση
  • «τιμωρία για αμαρτίες του παρελθόντος»
  • ρυθμιστή απόστασης ανάμεσα στους συντρόφους
  • προστασία προς τον/την σύντροφο
  • έλεγχο προς τον/την σύντροφο
  • κρατά την εμπλοκή της πατρικής οικογένειας
  • δίνει δουλειά στους «συνταξιούχους» γονείς
  • τα αλληλεπιδραστικά πρότυπα που κάποτε είχαν νόημα, έχουν γίνει επαναλαμβανόμενα και άχρηστα
  • φόβο προς την αλλαγή

 

Όταν οι άνθρωποι προσεγγίζουν (ή παραπέμπονται σε) επαγγελματίες για βοήθεια, υποτίθεται συνήθως ότι οι δικές τους ικανότητες για να λύσουν το πρόβλημα δεν έχουν αποδειχθεί χρήσιμες. Είναι επομένως καθήκον του θεραπευτή να διερευνήσει μαζί με τον αναφερόμενο ασθενή και τον σύντροφο/οικογένεια πως έχουν φτάσει να «κολλήσουν» σε ένα πρότυπο αλληλεπίδρασης που μοιάζει να συνδέεται άμεσα με τη συμπτωματική συμπεριφορά. Ο θεραπευτής προσπαθεί να εκλύσει μαζί με την οικογένεια  τι αποθέματα έχουν για να πετύχουν νέα και διαφορετικά πρότυπα αλληλεπίδρασης τα οποία δεν θα περιλαμβάνουν το σύμπτωμα και τις συμπεριφορές που συνδέονται μ’ αυτό.

 

 

Βιβλιογραφία: Jones, E. The Therapy Manual. A Systemic Approach to Depression. In  E. Jones, E. Asen (2000). Systemic Couple Therapy and Depression, Ch. 2, p.p. 15-44, Karnac.

 

InterNus- Κέντρο Συμβουλευτικής & Ψυχοθεραπείας