Δυσκολίες στο ζευγάρι: «Χωρίζουμε» ή «Μένουμε μαζί για το παιδί»;

Για να καταλήξουν δύο άνθρωποι να τεκνοποιήσουν, να φέρουν δηλαδή στον κόσμο έναν νέο άνθρωπο, έχουν περάσει πολλά. Έχουν αντιμετωπίσει πολλά στάδια και πολλές δυσκολίες, έχουν γνωριστεί, έχουν αγαπηθεί, έχουν ενωθεί ψυχικά και συναισθηματικά, και, συνήθως, έχουν συνδεθεί και νομικά. Το να ονομάζονται δύο άνθρωποι όμως, σύντροφοι/ σύζυγοι, είναι πολλά παραπάνω από μία νομική ή μια κοινωνική δέσμευση. Θα πρέπει να υπάρχει βαθειά συναισθηματική σύνδεση μεταξύ τους, επικοινωνία, φροντίδα, αλληλοϋποστήριξη, κατανόηση. Είναι απαραίτητο αυτοί οι δύο άνθρωποι να μπορούν να αντέχουν ο ένας τον άλλον χωρίς αυτό να τους επιβαρύνει συναισθηματικά. Να μπορούν να αντιμετωπίζουν δυσκολίες μαζί, και οι δυο τους να μπορούν να δημιουργήσουν μία νέα, μόνο δική τους σχέση, με τα χαρακτηριστικά που ταιριάζουν μόνο σε αυτούς τους δύο, αγνοώντας τις ηθικές αξίες της κοινωνίας. Τότε αυτό το ζευγάρι θα είναι ευτυχισμένο.

Η πιο συνηθισμένη εξέλιξη μιας καλής και ποιοτικής συντροφικής σχέσης είναι η τεκνοποίηση. Ο ένας σύντροφος βλέπει στα μάτια του άλλου την εξέλιξη του εαυτού του πλέον, και το ζευγάρι ετοιμάζεται για πολλές ακόμα αλλαγές, οι οποίες μπορεί να κρύβουν πολλές καλές στιγμές, αλλά σίγουρα φέρνουν μαζί τους πολλές δυσκολίες. Με τον ερχομό του νέου μέλους, οι σύντροφοι πλέον συνδέονται με δύο τρόπους: ως ζευγάρι, αλλά και ως γονείς. Ένα πολύ ευτυχισμένο ζευγάρι, με μία σχέση με πολύ καλή επικοινωνία, δεν προδιαθέτει πάντα μία πολύ καλή συζυγική και γονική πλέον σχέση, όταν έρθει το παιδί. Όσο σημαντικό κρίνεται να μπορούν να συνεργαστούν ως γονείς, για να μπορέσει το παιδί να επιβιώσει και να μεγαλώσει σωστά, τόσο σημαντικό είναι να μην αγνοήσουν και την μεταξύ τους σχέση, την ερωτική.

Η ισορροπία και η διατήρηση και των δύο σχέσεων είναι τρομερά δύσκολη υπόθεση. Το ζευγάρι καθημερινά, ειδικά τον πρώτο καιρό, έχει να αντιμετωπίσει πολλές αλλαγές αλλά και ανησυχίες, για το πώς θα καταφέρει να συντηρήσει και να φροντίσει αυτό το μικρό πλασματάκι, που πολύ συχνά «ξεχνάει» τον/την σύντροφό του. Πόσο συχνά δεν παρατηρούμε νέους γονείς, να απευθύνονται ο ένας στον άλλον ως «μπαμπά»/ «μαμά»; Πόσες φορές δεν έχουμε παρατηρήσει νέους γονείς να διοργανώνουν το πάρτυ γενεθλίων τους, και πάνω στην τούρτα να αναγράφεται «ο καλύτερος μπαμπάς του κόσμου»/ «σαγαπάμε μαμά»;

Αναπόφευκτα, λοιπόν, οι σύντροφοι δεν παραμελούν μόνο την σχέση τους, αλλά καταλήγουν να παραμελούν και τον ίδιο τους τον εαυτό. Σιγά σιγά, όλη η ύπαρξή τους συνδέεται και λειτουργεί μόνο σε σχέση με το παιδί. Η αλήθεια είναι, βέβαια, πως το να μεγαλώνεις ένα παιδί απαιτεί πολύ κόπο, και πολύ συχνά οι γονείς δεν έχουν ενέργεια να ανταπεξέλθουν στην βασική φροντίδα του μωρού, πόσο μάλλον του εαυτού τους και της σχέσης τους. Παρ’όλα αυτά, ερευνητικά αποδεικνύεται το αντίθετο.

Οι πολύ κουρασμένοι γονείς είναι εκείνοι που δεν αυτό-φροντίζονται, και αυτοί που δεν έχουν καλή σχέση με τον σύντροφό τους, κοινώς, είναι αυτοί που έχουν επενδύσει όλη τους την ενέργεια στο παιδί, και δεν ικανοποιούνται από πουθενά. Το γεγονός αυτό προκαλεί εξουθένωση, η οποία εν τέλει οδηγεί τους γονείς σε έναν φαύλο κύκλο, στον οποίο όχι μόνο δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό και την σχέση τους, αλλά εξαντλεί, εν τέλει, και τα αποθέματα της ενέργειάς τους για να φροντίσουν το παιδί. Συνεπώς αργά ή γρήγορα, θλιμμένοι γονείς θα μεγαλώσουν θλιμμένα παιδιά.

Η πραγματικότητα αυτή, αν και μοιάζει με καταστροφολογία, ευσταθεί. Είναι πολύ σημαντικό, όμως, σε αυτό το σημείο, να μην σταθούμε εκ νέου στα παιδιά, αλλά να επιστρέψουμε στο ζευγάρι. Το ζευγάρι που προηγουμένως ήταν ευτυχισμένο, τώρα καταλήγει μία σχέση μεταξύ (σχεδόν) αγνώστων. Η συνεργασία και η επικοινωνία έχει αντικατασταθεί με εκνευρισμό, με ζήλεια, με εντάσεις και οι εκδηλώσεις αγάπης ή η φροντίδα μεταξύ των συντρόφων έχουν εκλείψει προ πολλού.

Τα παιδιά μεγαλώνοντας παρατηρούν το περιβάλλον του σπιτιού τους, ώστε να χτίσουν τις αξίες τους, την δική τους θεωρία για τον κόσμο.  Όταν η κατάσταση στο ζευγάρι μοιάζει με αυτήν που περιγράφεται παραπάνω, τότε τα μηνύματα που μεταφέρονται στο παιδί είναι τα εξής:

  • «Κάθε φορά τσακώνονται για δικά μου θέματα, άρα εγώ φταίω για τους τσακωμούς τους»
  • «Όταν τσακώνονται είναι θλιμμένοι, άρα εγώ τους στεναχωρώ»
  • «Οι γονείς μου ασχολούνται όλη την ημέρα με εμένα, για να είμαι χαρούμενο, συνεπώς η ευτυχία μου εξαρτάται μόνο από εκείνους. Δεν μπορώ να ζήσω μόνο μου, ούτε επιτρέπεται να έχω αρνητικά συναισθήματα, καθώς αυτό τους επιβαρύνει περισσότερο»
  • «Εγώ είμαι αυτό που συντηρεί την σχέση τους, άρα εφόσον θέλω αυτοί οι δύο να είναι μαζί, θα πρέπει για πάντα να παραμείνω εδώ να τους συνδέω»
  • «Η μόνη σχέση που απολαμβάνουν οι γονείς μου μέσα στην οικογένεια, είναι η σχέση τους μαζί μου. Άρα θα πρέπει να φροντίσω η μαμά και ο μπαμπάς να είναι χαρούμενοι»
  • «Δεν πρέπει να κάνω λάθη, γιατί όταν κάνω ο ένας κατηγορεί τον άλλον»
  • «Πρέπει να τραβήξω όλη την προσοχή πάνω μου με οποιονδήποτε τρόπο, ώστε να φροντίσω την σχέση τους»
  • «’Έτσι είναι οι σχέσεις και η αγάπη τελικά. Αγάπη σημαίνει να είναι ο ένας δίπλα στον άλλον ότι κι αν γίνει, ακόμα κι αν αυτό τους πληγώνει. Σχέση σημαίνει να μην επικοινωνώ αυτό που νιώθω, γιατί αυτό είναι απειλητικό και οδηγεί σε ρήξη»

Τα παραπάνω μηνύματα μεταδίδονται στο παιδί έμμεσα, ασυνείδητα, και φυσικά οι γονείς δεν έχουν καμία πρόθεση να τα επιβαρύνουν με καμία από τις παραπάνω σκέψεις. Παρ’ όλα αυτά, η έλλειψη ποιοτικής συντροφικής σχέσης, τελικά έχει επιβαρύνει όχι μόνο το ζευγάρι, αλλά και το παιδί. Ένα ζευγάρι που πλέον έχει αναλωθεί στα παραπάνω στοιχεία και θεωρεί απίθανο να συνδεθεί ποιοτικά, θα ήταν προτιμότερο να χωρίσει. Ο χωρισμός μπορεί αρχικά να πληγώσει το παιδί, αλλά θα κάνει τους γονείς πιο ευτυχισμένους, θα φέρει ισορροπία στην σχέση μεταξύ τους (καθώς αυτή πλέον υφίσταται μόνο σε γονικό επίπεδο), θα επαναφέρει τα θετικά συναισθήματα στο σπίτι και θα δώσει στο παιδί έναν διαφορετικό ορισμό για τις σχέσεις, την αγάπη και την οικογένεια. Με ένα διαζύγιο το παιδί δεν χάνει κανέναν από τους δύο γονείς του.  Αυτό που στην πραγματικότητα συμβαίνει είναι πως ο ένας σύντροφος αποχωρίζεται τον άλλον. Η σχέση των δυο γονέων με το παιδί παραμένει σταθερή, πιο ποιοτική και παίρνει και από το παιδί το βάρος του να συντηρήσει όλη την σχέση, και να σηκώσει όλη την οικογένεια στις πλάτες του. Το παιδί αυτό, μεγαλώνοντας, θα μάθει να αυτό-ρυθμίζεται, να θέτει τον εαυτό του ως προτεραιότητα, να σέβεται το ίδιο αλλά και τους άλλους και θα δημιουργήσει σχέσεις τις οποίες απολαμβάνει, χωρίς να εγκλωβίζεται σε καταστάσεις που το επιβαρύνουν.

Το παιδί χωρισμένων γονιών δεν είναι ένα παιδί παραμελημένο, ούτε συναισθηματικά κακοποιημένο. Παραμελημένο ή/και κακοποιημένο συναισθηματικά θα είναι οποιοδήποτε παιδί, του οποίου γονείς δεν ικανοποιούνται , δεν φροντίζονται και δεν αυτό-ρυθμίζονται, είτε είναι σε σχέση μεταξύ τους, είτε όχι.

 

Κυρλάκη Χαριτίνη – Παιδοψυχολόγος

Παιδοψυχολογικό κέντρο – Internus